Η εθνική μας μοναξιά

Δημοσιευθηκε σε λιγο διαφορετικη εκδοση στο protagon.gr

Όταν η υπερηφάνεια μας έχει μόλις πληγωθεί, είναι πιο δύσκολο από ποτέ να συμβεί το ίδιο και στη ματαιοδοξία μας. Το απόφθεγμα αυτό του Νίτσε έχει επιβεβαιωθεί σε πολλές φάσεις της ελληνικής ιστορίας, αλλά ποτέ τόσο κραυγαλέα όσο τις τελευταίες μέρες. Η πρώτη γνωριμία της ελληνικής κυβέρνησης με τους «ξένους» μπορεί να αδικείται, σε κάποιο βαθμό, από την υπερανάλυση που προκαλεί η τηλεοπτική εικόνα, αλλά η εντύπωση που αφήνει δεν αμφισβητείται. Από τις συντάκτριες μόδας των αγγλικών εφημερίδων μέχρι τους σχολιαστές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τους ιστότοπους των ΜΜΕ, όλοι νιώθουν ότι το νέο διπλωματικό μας δόγμα αποπνέει ένα άερα «αναιδούς» επανάστασης. Το «χαλαρό» στiλ του νέου τσάρου της ελληνικής οικονομίας μιλάει από μόνο του.

Όπως, όμως, θα εξηγούσε καλύτερα από κάθε ειδικό ο συμπατριώτης μας που ψάχνει ελληνικό εστιατόριο στο εξωτερικό «για να φάει κάτι της προκοπής», με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους δεν είμαστε στην ίδια σελίδα. Όχι μόνο οικονομικά και πολιτικά, αλλά και πολιτισμικά. Η υπερηφάνεια των Ελλήνων έχει πληγεί βαρύτατα – γι’ αυτό δεν υπάρχει καμία αμφιβολία. Είναι βέβαιο ότι αυτό είναι έτοιμοι να το αναγνωρίσουν και να το κατανοήσουν όλοι οι συνοδοιπόροι μας στην ΕΕ. Ο λόγος για τον οποίο πολλές φορές φαίνεται ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση και οι συνομιλητές της μαζί μιλούν αλλά χώρια καταλαβαίνονται έχει να κάνει με τα αίτια της πληγωμένης υπερηφάνειας μας. Εμείς νιώθουμε ότι μας εξευτέλισε η τρόικα και όσοι κρύβονται από πίσω της και θρηνούμε διότι απωλέσαμε την εθνική μας κυριαρχία, όπως συχνά-πυκνά δηλώνει ο ελάσσων κυβερνητικός εταίρος. Εκείνοι που καλούνται να πάρουν αποφάσεις για την υπόθεσή μας, όμως, θεωρούν ότι η υπερηφάνεια μας θα έπρεπε να έχει πληγωθεί επειδή αποτύχαμε να λύσουμε τα προβλήματά μας μόνοι μας και συνεχίζουμε να αποτυγχάνουμε μέχρι νεωτέρας. Όχι επειδή έχουμε επιθεωρητές πάνω από το κεφάλι μας, αλλά επειδή τους βάλαμε πάνω από το κεφάλι μας.

Όσο κι αν ακούγεται σκληρό, τα μπερδέματα και οι συνεχείς επεξηγηματικές δηλώσεις που παρακολουθούμε τον τελευταίο καιρό είναι μία ακόμα ένδειξη της πολιτισμικής μας μοναξιάς. Όσο οι προηγούμενες κυβερνήσεις προσπαθούσαν απλώς να διευθετήσουν ορισμένες λεπτομέρειες μιας δεδομένης συμφωνίας, το πρόβλημα κρυβόταν κάτω από το χαλάκι που έγραφε «Μνημόνιο». Τώρα που προσπαθούμε να διαπραγματευτούμε από την αρχή και αναγκαζόμαστε να μιλήσουμε επί της αρχής, η απόστασή μας από την άλλη πλευρά καθίσταται σαφής. Μπορεί για εμάς ο κ. Τόμσεν να είναι ένας «υπάλληλος», αλλά για τους «άλλους» είναι ο εκπρόσωπος ενός θεσμού. Μπορεί για μας να είναι λεβεντιά να δηλώνουμε «τέλος η τρόικα», αλλά για τους «άλλους» είναι αθέτηση μιας συμφωνίας. Μπορεί εμείς να θεωρούμε ότι η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας επιβάλλει η κυβέρνηση να κάνει όσα υποσχέθηκε προεκλογικά, αλλά οι «άλλοι» πιστεύουν ότι η αρχή της λαϊκής κυριαρχίας δεν αναιρεί τις αποφάσεις προηγούμενων δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων. Μπορεί, φυσικά, εμείς να έχουμε δίκιο και οι «άλλοι» να έχουν άδικο. Αλλά, όπως στην ομώνυμη ταινία του Amenábar, ίσως εκπλαγούμε όταν μάθουμε ότι, παρά τις βεβαιότητές μας, οι «άλλοι» ζουν στον πραγματικό κόσμο κι εμείς κάπου ανάμεσα στους νεκρούς και τους ζωντανούς.

Ίσως, λοιπόν, θα ήταν χρήσιμο να επανεξετάσουμε αυτές τις βεβαιότητες. Ίσως είναι η ώρα να αναρωτηθούμε αν αυτό που διαφυλάσσουμε με νύχια και με δόντια δεν είναι πλέον η υπερηφάνεια μας, αλλά η ματαιοδοξία μας. Όλοι όσοι φωνάζουν «αέρα» κατά του ξένου κατακτητή ξεχνούν ότι τούτοι εδώ οι ξένοι δεν μας συναντούν με κανόνια στα βουνά της Αλβανίας, αλλά με γραβάτες στα πρωθυπουργικά τους γραφεία. Και να είναι βέβαιοι ότι το μόνο που μπορεί να τους πει ένα ένδυμα περιπάτου και ένα λογίδριο μπροστά στις κάμερες είναι ότι αυτό που μας έμεινε πια είναι η ματαιοδοξία. Ίσως τις οικονομικές μας διαφορές με τους Ευρωπαίους να καταφέρουμε να τις λύσουμε – άλλωστε, δεν μοιάζουν κι εκείνοι διατεθειμένοι να τραβήξουν το σχοινί. Αλλά αυτό δεν πρέπει να γίνει με κόστος την ακόμα μεγαλύτερη απομόνωση της Ελλάδας σε επίπεδο πολιτικό και πολιτισμικό. Αυτό, όσο κι αν η οικονομική κρίση δεν μας αφήνει να το καταλάβουμε, είναι το μεγαλύτερό μας πρόβλημα. Μία χώρα ανέκαθεν εσωστρεφής είχε αρχίσει να προσπαθεί να πείσει τον εαυτό της ότι σε κάποιους τομείς μπορεί να παραδειγματιστεί από τους καινούργιους της φίλους. Μια Ελλάδα απομονωμένη από την Ευρώπη δεν έχει τίποτα να κερδίσει, ακόμα κι αν καταφέρει να λύσει τα οικονομικά της προβλήματα και να παραμείνει τυπικά στην ευρωπαϊκή συντροφιά.

Στην πολιτική, ατυχώς, τα λόγια πολλές φορές μετρούν όσο και οι πράξεις. Η διαπραγμάτευση μεταξύ εταίρων με αντικρουόμενα συμφέροντα είναι απολύτως θεμιτή και εν προκειμένω απαραίτητη. Αλλά είναι ανάγκη να καταστεί σαφές ότι δεν αρνούμαστε τις ευθύνες μας ούτε εχθρευόμαστε όσους δεν κολακεύουν τη ματαιοδοξία μας. Διότι η κατάληξη έχει προβλεφθεί από τον θρυλικό δημοσιογράφο Tom Wolfe: η πιο ασφαλής θεραπεία για τη ματαιοδοξία είναι η μοναξιά.

6 thoughts on “Η εθνική μας μοναξιά”

  1. Ίσως τις οικονομικές μας διαφορές με τους Ευρωπαίους να καταφέρουμε να τις λύσουμε – άλλωστε, δεν μοιάζουν κι εκείνοι διατεθειμένοι να τραβήξουν το σχοινί. Αλλά αυτό δεν πρέπει να γίνει με κόστος την ακόμα μεγαλύτερη απομόνωση της Ελλάδας σε επίπεδο πολιτικό και πολιτισμικό.

    αυτο δυστυχως ειναι κατι που εχει ηδη ξεκινησει, λιγοι εχουν προσεξει, και ακομα λιγοτεροι εχουν καταγραψει ως ζημια.

    Reply
    • Δεν τα λένε, δεν τα γράφουνε, όπως θα έλεγε και γνωστός λαϊκός διανοούμενος με ελληνοπρεπή μύστακα. Λοιπόν, αφού με κουβαλήσατε εδώ για να μην ασχολείται μαζί μου κανένας, ας κάνω 1-2 επιπρόσθετες παρατηρήσεις από το αφιλόξενο βήμα της αΜ.

      Πρώτον, γιατί δεν τα λένε και δεν τα γράφουνε; Όχι, φυσικά, επειδή κανείς δεν τα σκέφτεται, αλλά επειδή όποιος τα γράψει καθίσταται αυτομάτως αναξιοπρεπής ραγιάς στην καλύτερη, γερμανοτσολιάς με φωτογραφία της Μέρκελ στο πορτοφόλι στη χειρότερη. Δεν τους θέλουμε ρε παιδί μου, ειδικά αν είναι να μας σπάνε τα νεύρα με απαιτήσεις να τιμούμε την υπογραφή μας κλπ. Αυτά είναι τιμωρητικές προτεσταντικές ηθικές, εμείς έχουμε αισθήματα κοκ.

      Δεύτερον, έχω τη φριχτή υποψία ότι η μόνη εθνική ομοψυχία που μπορούμε να απολαύσουμε εκπορεύεται από την κοινή μας απέχθεια για τους “άλλους”. Αυτή, όμως, είναι μια αγάπη που εδράζεται στο μίσος και δεν μου κάνει – ούτε, φυσικά, πρόκειται να κρατήσει.

      Τρίτον, αυτή η ρητορική της αξιοπρέπειας δεν φανερώνει μόνο πόσο δύσκολο είναι μια τέτοια έννοια να μην δεινοπαθήσει στο στόμα ανθρώπων θυμωμένων (ή δημοσιογράφων που αγαπούν το θυμό των άλλων), αλλά και πόσο κακό κάνει η εσωστρέφεια. Όπως αρκεί να ρίξει κάποιος μια ματιά σε πραγματικά φτωχές χώρες για να πάψει να χρησιμοποιεί τον όρο ‘ανθρωπιστική κρίση’ για την σημερινή Ελλάδα, έτσι αρκεί να ακούσει λίγο τις απόψεις των υπόλοιπων λαών της Ευρώπης για να αντιληφθεί ότι η αξιοπρέπεια έχεις πολλές παραμέτρους και δεν εξαντλείται σε μία αίσθηση ανεξαρτησίας και ελευθερίας no matter what. Δεν έχει καμία αξία να είσαι ανεξάρτητος και αξιοπρεπής απουσία όλων των άλλων, αλλά εντός τούτου του κόσμου, του αληθινού, με τις συνεργασίες, τις διαφωνίες και τις υποχρεώσεις του.

      Reply
  2. Το κείμενο του Κωνσταντίνου εκφράζει και τις δικές μου σκέψεις. Τα ίδια ακριβώς λέω και εγώ στους δικούς μου ανθρώπους, μόνο λίγο πιο λαϊκά. Π.χ. ότι είναι καλό να είσαι μάγκας αλλά κακό να είσαι τσάμπα μάγκας.

    Reply

Leave a Comment