Τα Ελγίνεια, το δίκαιο και μια πρόταση

Το κείμενο του Θεόδωρου για τα Ελγίνεια που προηγείται του παρόντος και η συζήτηση που ακολούθησε είχαν εξαιρετικό ενδιαφέρον, αλλά, όπως σημείωσαν και κάποιοι σχολιαστές, άφησε κατά μέρος την σημαντικότερη, κατ΄εμέ, πτυχή του ζητήματος: το αποκαλούμενο από τους ιστολογούντες της αΜ/Συν «ηθικό» κομμάτι. Στην σύντομη ανάρτηση που ακολουθεί θα προσπαθήσω να αγγίξω αυτό το κομμάτι και να καταθέσω μία πρόταση για τη διαχείριση των αρχαίων θησαυρών, συμπεριλαμβανομένων και των γλυπτών του Παρθενώνα. Στην προσπάθειά μου αυτή, δε θα ασχοληθώ με το νόμιμο ή μη του οθωμανικού εγγράφου που παρέδωσε τα γλυπτά στον Έλγιν αλλά ούτε και με το εν στενή εννοία νομικό μέρος, που φέρεται, κατά τα γραφόμενα στον σύνδεσμο που έδωσε ο Θανάσης, να αναγνωρίζει ιδιοκτησιακά δικαιώματα στα κράτη προέλευσης: τους νόμους οι άνθρωποι μπορούν να τους κατασκευάζουν αλλά το δίκαιο μόνον να το αναζητούν.

Εδώ, όμως, ας ανοίξω μία σύντομη παρένθεση για να κάνω ένα  σχόλιο σχετικά με τη χρήση της ίδιας της έννοιας «ιδιοκτησία» για το χαρακτηρισμό της σχέσης ανάμεσα στα εθνικά κράτη και τα ιστορικά μνημεία. Υπό ποία έννοια θα μπορούσε να είναι ο Παρθενώνας, για να φέρω ένα παράδειγμα, stricto sensu ιδιοκτησιακό στοιχείο του ελληνικού κράτους; Η μόνη προφανής απάντηση είναι ότι αυτό θα μπορούσε να συμβαίνει κληρονομικώ δικαιώματι: Έλληνες κατασκεύασαν τον Παρθενώνα, Έλληνες είμαστε κι εμείς, άρα λογικό είναι να τον έχουμε κληρονομήσει από τους προγόνους μας. Ας δούμε την ίδια αξίωση διατυπωμένη από έναν ιδιώτη: ας πούμε ότι ο Χ έχει ακράδαντες αποδείξεις για το ότι το οικόπεδο του Ψ ανήκε στον πρόγονό του Ζ που έζησε τον 5ο αιώνα πΧ. Επίσης, μπορεί να αποδείξει ότι κάποια στιγμή στο παρελθόν ένας από τους ιδιοκτήτες του οικοπέδου, που ήταν και πρόγονος του Ψ, το απέκτησε με αθέμιτα μέσα. Έτσι, ο Χ ζητάει την επιστροφή του οικοπέδου γιατί «του το έκλεψαν». Ο Ψ σίγουρα θα σκεφτεί ότι ο Χ έχει χάσει τα λογικά του. Και ένας από τους λόγους που θα τον κάνουν να σκεφτεί έτσι είναι η τεράστια χρονική απόσταση ανάμεσα στον Ζ και τον Χ. Αυτή καθαυτή η απόσταση δεν αποκλείει τίποτα σε επίπεδο δικαιώματος: αν λχ ο Ζ είχε γράψει στη διαθήκη του ότι επιθυμεί το οικόπεδό του να καταλήξει το έτος 2009 σε έναν εξ αίματος συγγενή του, τότε η αξίωση του Χ θα είχε, ίσως, διαφορετική βάση. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι, με τόσους ιδιοκτήτες να παρεμβάλλονται ανάμεσα στον Χ και τον Ζ, η βούλησή τους χάνεται στο χρόνο. Η κληροδοσία βασίζεται στη βούλησή μας να δώσουμε κάτι, μετά θάνατον, σε κάποιον άλλο. Η υπόθεση, λοιπόν, ότι δεδομένα κάπου υπάρχει μία τέτοια ισχυρή βούληση να περιέλθει ο Παρθενώνας στην stricto sensu ιδιοκτησία τη δική μου, τη δική σας και του Καραμανλή είναι παντελώς αβάσιμη. Και, θυμίζω, ο ισχυρισμός μας ότι είμαστε απευθείας απόγονοι του Περικλή και του Φειδία δεν είναι όσο δεδομένος θεώρησα ότι είναι ο ισχυρισμός του Χ στο παράδειγμά μου. Στην πραγματικότητα, οι αξιώσεις μας εγείρονται από το γεγονός και μόνο ότι ο Παρθενώνας βρίσκεται «στα χωράφια μας». Μια αρχή που, φυσικά, δεν είμαστε έτοιμοι να αποδεχθούμε σε άλλες περιπτώσεις. Αυτή η στενή αντίληψη της έννοιας «ιδιοκτησία» που συνεπάγεται ότι «δικό μας είναι και ό,τι θέλουμε το κάνουμε», δεν μοιάζει να ταιριάζει στην περίπτωση που συζητούμε.

Read moreΤα Ελγίνεια, το δίκαιο και μια πρόταση

Professor Dr. Dr. Sherlock Holmes

Το ξέρω ότι το εκλεκτό κοινό της αΜ/σΙ αναρωτιέται και γι’ αυτό θα σας το πω ευθύς αμέσως: ήταν ένα δύσκολο break που λένε και στο χωριό μου. Μάλωσα με ανέραστους μεσόκοπους που καβαλάνε τα πεζοδρόμια με τα τζιπ τους, με έφαγε η ορθοστασία σε ένα “ρεβεγιόν” που με πήγαν σηκωτό μετά από χρόνια και έμαθα ότι δεν είμαι παρά ένας προβοκάτορας διαδικτυακός περιπτεριούχος της ΦΙΣ. Ήλπιζα ότι με την επιστροφή μου στο μίζερο χωριό μας θα ηρεμούσα κάπως. Και τότε απήγαγαν τον Περικλή Παναγόπουλο. Ένας φίλος από τα παλιά, που δεν μου αναγνώριζε ποτέ καμμία άλλη ιδιότητα πέραν της δικηγορικής, με πήρε τηλέφωνο το βραδάκι και μου ανακοίνωσε υπερήφανος για τις φρέσκιες του ιδέες: “βάλε να δεις τις ειδήσεις στο ίντερνετ – έβγαλαν και συναδέλφους σου”. Στην απάντησή μου “και ποιος θέλει να ακούσει τηλεοπτικούς δικηγόρους να ψαρεύουν πελάτες;” απάντησε όλο καμάρι: “όχι ρε, εγκληματολόγοι είναι οι άνθρωποι¨. Αντιστάθηκα όσο μπορούσα, αλλά υπέκυψα: ξυπνάω το πρωί, φτιάχνω καφέ και πέφτω με τα μούτρα στον Ευαγγελάτο. Να δούμε τι θα πουν και οι συνάδελφοι…

Και τότε νοστάλγησα τους παραδοσιακούς δικηγόρους που μας ανοίγουν τα μάτια από τα δελτία ειδήσεων. Τι είναι αυτό, άραγε, που κάνει έναν άνθρωπο που έχει γράψει ένα διδακτορικό να βγαίνει στα κανάλια και να ανακοινώνει στο λαό ότι “δεν υπάρχει τέλειο έγκλημα”; Όχι ότι δεν είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα δήλωση – αρκεί να της αφιερώσει κανείς λίγο χρόνο. Για παράδειγμα, αναρωτιέμαι συχνά γιατί δεν υπάρχει τέλειο έγκλημα. Επειδή δεν υπάρχουν τέλειοι άνθρωποι και, κατά συνέπεια, τέλειοι εγκληματίες; Επειδή τίποτα δεν είναι τέλειο σε αυτόν τον κόσμο; Επειδή είναι θεωρητικώς δυνατόν, αλλά δεν έχει βρεθεί ακόμα ο τέλειος εγκληματίας; Επειδή τα κριτήρια για την τελειότητα ενός εγκλήματος είναι πολύ αυστηρά και δεν αρκεί απλώς να μην συλληφθείς όπως έχει συμβεί τόσες και τόσες φορές; Τώρα που το σκέφτομαι ίσως και να μην είναι όσο θλιβερά και ανέπνευστα κοινότοπη νόμιζα αυτή η φράση. Αλλά, ευτυχώς, υπάρχει και η ανάλυση της επιστημονικής ορολογίας που κρατά το επίπεδο της συζήτησης σε υψηλά επίπεδα. Μάθαμε, για παράδειγμα, ότι η επιλογή, παρακολούθηση κλπ κλπ του υποψηφίου θύματος λέγεται θυματοποίηση, “όπως λέμε στην εγκληματολογία¨. Πέρα από το αν είναι ακριβές ή όχι αυτό, η μαγική φράση είναι αυτό το “όπως λέμε στην εγκληματολογία¨. Διότι οι μη εγκληματολόγοι όταν λένε “θυματοποίηση” εννοούν κυρίως “σεξουαλική διέγερση”: πχ “και περνάει μια ξανθιά με ένα μίνι, μεγάλε – πωπω θυματοποίηηηησηηη”.

Ακολούθως μάθαμε ωραία πράματα για το πως πρέπει να γίνονται οι έρευνες, για το τι σκέφτεται η αστυνομία και, κυρίως, για τον επαγγελματισμό των δραστών. Αυτό που με εξέπληξε ήταν ότι, τελικά, οι απαγωγείς του Περικλή Παναγόπουλου ήταν “επαγγελματίες”. Και πάλι, η δήλωση είναι ενδιαφέρουσα αν κάνεις τον κόπο να της αφιερώσεις λίγο χρόνο. Για παράδειγμα, ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στον επαγγελματία και τον ερασιτέχνη απαγωγέα; Ο ερασιτέχνης έχει κι άλλο επάγγελμα όπως οι ερασιτέχνες ποδοσφαιριστές;

Read moreProfessor Dr. Dr. Sherlock Holmes

Περί αποτυχίας του φιλελευθερισμού

Η πρόσφατη οικονομική κρίση και η ταύτισή της με την περίφημη ελεύθερη αγορά έχει οδηγήσει πολλούς στο συμπέρασμα ότι μπορεί πλέον να ειπωθεί με ασφάλεια πως ο φιλελευθερισμός απέτυχε. Η πορεία του επιχειρήματος μοιάζει να είναι η εξής: η οικονομική κρίση αποδεικνύει ότι η ελεύθερη αγορά απέτυχε και, εφόσον η τελευταία αποτελεί τη βασικότερη πλατφόρμα του φιλελευθερισμού, συνεπάγεται ότι και ο τελευταίος απέτυχε. Για τους σκοπούς του κειμένου δεν σκοπεύω να ασχοληθώ καθόλου με την αφετηρία του επιχειρήματος – δεν σκοπεύω, δηλαδή, να αρνηθώ την αποτυχία της ελεύθερης αγοράς. Αρνούμαι, όμως, το δεύτερο μέρος του συλλογισμού: η όποια αποτυχία της ελεύθερης αγοράς του δεύτερου μισού του 20ου και των αρχών του 21ου αιώνα δεν συνεπάγεται απαραιτήτως αποτυχία του πολιτικού φιλελευθερισμού.

Ο πολιτικός φιλελευθερισμός είναι μια θεωρία που πρωτοεμφανίστηκε με αμφίεση ωφελιμιστική. Ο ωφελιμισμός ήταν εξαιρετικά δημοφιλής στους κύκλους της διανόησης του 19ου αιώνα και ο Mill βιάστηκε να ξεκαθαρίσει νωρίς στο On Liberty ότι παραιτείται κάθε πλεονεκτήματος που θα του έδινε η εξάρτηση από ένα “θεωρητικό δικαίωμα”. Ο φιλελεύθερος ωφελιμισμός έδωσε στην πορεία τη θέση του σε δικαιωματοκρατικές θεωρίες που κινήθηκαν -και κινούνται- γύρω από την έννοια της προσωπικής αυτονομίας. Το δικαίωμα -ή η ανάγκη για τους ωφελιμιστές- του ώριμου ανθρώπου στην προσωπική αυτονομία (στο εξής αυτονομία) συνεπάγεται, χωρίς αμφιβολία, και κάποιο βαθμό οικονομικής ελευθερίας. Ο αυτόνομος άνθρωπος είναι, μεταξύ άλλων, ελεύθερος να επιλέγει το επάγγελμά του, να διαχειρίζεται την περιουσία και τους πόρους του κοκ. Πρόκεται, όμως, για μία ελευθερία που υπηρετεί το γενικότερο σκοπό που δεν είναι άλλος από το να είμαστε εμείς -και όχι κάποιος τρίτος- οι βασικοί συγγραφείς του βιβλίου της ζωής μας έτσι ώστε στο τέλος της να μπορούμε να πούμε ότι πράγματι, σε γενικές γραμμές, ζήσαμε όπως επιλέξαμε, τηρουμένων των αναλογιών.

Η πολυσυζητημένη “αποθέωση” της ελεύθερης αγοράς και η σταδιακή τοποθέτησή της στο επίκεντρο πολιτικών θεωριών που επικράτησε να αποκαλούνται φιλελεύθερες αφορά κατ’ εξοχήν τον λεγόμενο “νεοφιλελευθερισμό”, τον αμερικανικής κοπής (δεξιό) ελευθερισμό δηλαδή.

Read moreΠερί αποτυχίας του φιλελευθερισμού

Ο Ομπάμα, ο ρατσισμός και τα κριτήρια της ψήφου

Η θριαμβευτική εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα μοιάζει να σημαίνει πολύ περισσότερα για τις ΗΠΑ από μία απλή μετάβαση από την συντηρητική και αναποτελεσματική ρεπουμπλικανική κυβέρνηση σε μία πιο ελπιδοφόρα δημοκρατική διοίκηση. Είναι η επιβεβαίωση του αμερικανικού ονείρου: ένας πάμφτωχος γόνος μονογονεϊκής οικογένειας, με πατέρα Αφρικανό και δύσκολα παιδικά χρόνια γίνεται Πρόεδρος των ΗΠΑ και μάλιστα σε νεαρή ηλικία. Φυσικά, ο Ομπάμα δεν είναι ούτε μικροεγκληματίας ούτε εργάτης: πριν εκλεγεί γερουσιαστής είχε ήδη μετατραπεί σε αμερικανό μεγαλοαστό με κορυφαίες σπουδές που του απέφεραν μία άνετη ζωή. Και είναι, ίσως, αλήθεια ότι μόνο στην Αμερική κάτι τέτοιο θα ήταν δυνατόν. Από την άλλη, είναι ένα ενθαρρυντικό μήνυμα για το μέλλον ενός τόπου που ταλαιπωρήθηκε από την μισαλλοδοξία και τις εμμονές ενός παντελώς ακατάλληλου ηγέτη και που τώρα δείχνει να πιστεύει ξανά αφενός μεν ότι υπάρχουν άνθρωποι με το χάρισμα και το όνειρο του Ομπάμα, αφετέρου δε ότι οι Αμερικανοί μπορούν ακόμα να διακρίνουν και να προωθήσουν αυτούς τους ανθρώπους. Τέλος, αυτή η νέα πραγματικότητα εμπεριέχει και ένα βαθύτατο συμβολισμό: σε μία χώρα που αρνείτο μέχρι πριν 40 χρόνια να δώσει δικαίωμα ψήφου στους μαύρους, ένας Αφροαμερικανός εκλέγεται στο ανώτατο αξίωμα: η εποχή της ρατσιτικής Αμερικής ανήκει στο παρελθόν.

Συμφωνώ απόλυτα σε ό,τι αφορά την σημασία του συμβολισμού: έρχεται κάποτε η στιγμή που πρέπει να γίνει κάτι αστραφτερό και δραστικό συνάμα  προκειμένου να λάβουν όλοι το μήνυμα ότι τα πράγματα άλλαξαν. Και πολλές φορές έπιασα τον αυτό μου να θέλει να εκλεγεί ο Ομπάμα μόνο και μόνο στην υπηρεσία αυτού του συμβολισμού. Διατηρώ, όμως, τις επιφυλάξεις μου, πρώτον, για το κατά πόσον τα πράγματα, εν προκειμένω, πράγματι άλλαξαν και, δεύτερον, για το κατά πόσον αυτή η υπερβολική προσήλωση στον σκοπό της εκλογής ενός Αφροαμερικανού είναι θεμιτή. Και ξεκινώ με το πρώτο: τι ακριβώς επιδιώκει ένας προοδευτικός και ανοιχτόμυαλος Αμερικανός; Αν αυτό που θέλει είναι να αποζημιώσει τους μαύρους συμπατριώτες του για τα δεινά στα οποία τους υπέβαλαν οι πρόγονοί του μέχρι και εξωφρενικά πρόσφατα, τότε ίσως και να πετυχαίνει σιγά-σιγά τον σκοπό του. Κι αν είναι μαύρος ο ίδιος και θέλει να ξεφορτωθεί τους φρεσκοξυρισμένους λευκούς που του σπάνε τα νεύρα και να εκδικηθεί τους ρατσιστές του Νότου που θα αυτοκτονήσουν ομαδικά οσονούπω τώρα που θα τους κυβερνάει ένας μαύρος, επίσης πέτυχε αυτό που ήθελε. Αν, όμως, αυτό που επιθυμούν οι ψηφοφόροι του Ομπάμα που χοροπηδάνε στις πλατείες και τα κανάλια (σε στυλ ‘Οπρα) είναι μια Αμερική απαλλαγμένοι από την προκατάληψη και την εκατέρωθεν φυλετική εχθρότητα, τότε πολύ φοβάμαι ότι αρμενίζουν στραβά. Κι αυτό γιατί το να ψηφίσουν το σύνολο των μαύρων και η συντριπτική πλειοψηφία των μη-λευκών υπέρ του μη-λευκού και οι περισσότεροι rednecks εναντίον του δεν συνιστά νίκη της ανεκτικότητας αλλά νίκη της υπάρχουσας κατάστασης. Κι αν η κατάσταση αυτή είναι μία κατάσταση διχασμού και ρατσιστικών καταλοίπων από τα 60’s, τότε ο πραγματικός σκοπός δεν επετεύχθη. Και ο πραγματικός σκοπός δεν πρέπει να είναι άλλος από μία κοινωνία στην οποία το χρώμα, η φυλή, η καταγωγή, η τάξη κοκ δε θα παίζουν κανένα ρόλο στην εκλογή των αντιπροσώπων του λαού. Αν κρίνει κανείς από τις θλιβερές ηλιθιότητες μεσήλικων ρεπουμπλικανών που πίστευαν και δήλωναν δημόσια ότι ο Ομπάμα είναι τρομοκράτης, μουσουλμάνος και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο και τους ποδοσφαιρικούς πανηγυρισμούς των Αφροαμερικανών,το χρώμα, η καταγωγή, ακόμα κι ο ήχος του ονόματος μπορούν ακόμα να σου στερήσουν ή να σου χαρίσουν ένα αξίωμα. Αν είναι έτσι, η μισαλλοδοξία καλά κρατεί: είναι μία μάχη ανάμεσα σε “εμάς” και “αυτούς” με κριτήριο διαχωρισμού τη φυλή.

Read moreΟ Ομπάμα, ο ρατσισμός και τα κριτήρια της ψήφου

Ταξιδιωτικά ΙΙ

Κόντρα στο μίζερο κλίμα των καιρών και τους καυγάδες που συγκλονίζουν την ιστολογοσύνη αρνούμαι κατηγορηματικά να γράψω κάτι σοβαρό. Άλλωστε, η αγάπη για τις κουλτούρες και τις πατρίδες των άλλων είναι και αυτή αναμορφωτική – και σίγουρα πιο ευχάριστο θέμα συζήτησης από όλα αυτά που με απασχολούν και ξεκινώ  να γράψω κατά καιρούς. Βαλίτσες, διαβατήρια και φύγαμε, λοιπόν. Για να είμαι ειλικρινής, έφυγα: διότι, όπως θα έχετε όλοι καταλάβει, τα ταξιδιωτικά και τα περί τέχνης τα γράφω για να τα θυμάμαι και να τα χαίρομαι πρωτίστως εγώ. Ελπίζω να μου το συγχωρήσετε και να μην με παρεξηγείτε.

Ο πιο διάσημος περίπατος του κόσμου

Στενά… Στενάκια που οδηγούν σε άλλα στενά και δρομίσκοι που καταλήγουν σε δρομάκια. Οι βιαστικοί οδηγοί σου κορνάρουν για να χωθείς γρήγορα ανάμεσα σε δύο σταθμευμένα αυτοκίνητα και ψάχνεις να βρεις λίγο χώρο στο πεζοδρόμιο και για σένα. Σιγά-σιγά νιώθεις τη θαλασσινή αύρα να σου γαργαλάει τα ρουθούνια και τα πεζοδρόμια φαρδαίνουν. Να και οι πρώτοι πεζόδρομοι με τα ακριβά καταστήματα και τις Γαλλίδες με το γρήγορο βάδισμα και το τσιγάρο να σιγοκαίει ως ξεχασμένο αξεσουάρ στο χέρι. Πριν περάσουν λίγα λεπτά διαπιστώνεις ότι είσαι βέβαιος για το κατά που πέφτει η θάλασσα και ανοίγεις το βήμα σου. Τα μεγάλα, πολυτελή ξενοδοχεία αρχίζουν να σε εκνευρίζουν με την οπισθοδρομική, επιτηδευμένη αρχοντιά τους και επιταχύνεις ακόμα περισσότερο. Και μετά ήρθαν οι φοίνικες όπως θα έλεγαν και οι καλλιτέχνες ανάμεσά μας. Το τοπίο αλλάζει και η παρακμή μοιάζει πλέον γοητευτική. Θάλασσα, αμμώδης παραλία και ένα ατελείωτο πλακόστρωτο για να απολάυσεις τη βόλτα σου. Λίγοι λουόμενοι (είναι λίγο αργά και σε λίγο σουρουπώνει), κάποιοι μυστήριοι που φτιάχνουν γλυπτά στην άμμο και λίγοι τουρίστες με κάμερες και φωτογραφικές μηχανές. Οι Κάννες παίρνουν τη βαθιά ανάσα που χωρίζει την περίοδο του φεστιβάλ από την καλοκαιρινή high season. Η περατζάδα είναι όλη δική σου και περπατάς αργά για να την απολαύσεις. Πριν χορτάσεις το περπάτημα και τη θαλασσινή αύρα το άσχημο κτήριο που φιλοξενεί τους σκηνοθέτες, τους ηθοποιούς και τα κατορθώματά τους σου κόβει τη θέα. Νοερά ο καθένας βλέπει ό,τι προτιμά μπροστά σε αυτό το μέγαρο: απαστράπτουσες παρουσίες, βαθυστόχαστους κριτικούς, ιδυοφυείς δημιουργούς. Εγώ βλέπω τον Αγγελόπουλο να βγαίνει φουριόζος απογοητευμένος μετά τη μη βράβευση του Τοπίου στην Ομίχλη. Και χαμογελάω ικανοποιημένος. Μετά, όμως, όλοι χώνονται στα σοκάκια για ένα δείπνο με μπόλικο κρασί. Όλοι εκτός από τους τουρίστες, φυσικά.

Ένας αγροίκος στην πόλη του sorry

Σε σπρώχνει κάποιος στην αποβάθρα του μετρό: σόρρυ. Σου κλείνει κάποιος το δρόμο στην Oxford Street: σόρρυ. Σε κάνει κάποιος να χύσεις λίγη μπύρα στην παμπ: σόρρυ. Στο κέντρο του Λονδίνου νιώθει κανείς ότι στριμώχνονται περισσότεροι άνθρωποι απ΄όσους αντέχει η πόλη.

Read moreΤαξιδιωτικά ΙΙ

Υπέρ του ηγουμένου Εφραίμ

Η προφανής πολιτική αστάθεια που έχει προκαλέσει το λεγόμενο σκάνδαλο του Βατοπαιδίου μου έχει προξενησει ιδιαίτερη εντύπωση. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν περίμενα πως κάτι τόσο αναμενόμενο και σύνηθες θα σόκαρε την κοινή γνώμη και θα επέτρεπε σε βουλευτές να κατηγορούν συναδέλφους τους και να απειλούν να τους στείλουν στα ποινικά δικαστήρια. Ακόμα λιγότερο, όμως, περίμενα την επίθεση που δέχεται  ο ηγούμενος Ευφραίμ και, σε κάποιο βαθμό, και ο παραδοσιακός ορθόδοξος μοναχισμός. Θεωρώ ότι ο ηγούμενος είχε, λόγω αιώνων αποδεκτής πρακτικής, το δικαίωμα να αναμένει εύλογα ότι η περίπτωσή του θα αντιμετωπισθεί όπως τόσες άλλες στην πορεία των αιώνων αυτών. Κι αυτό για τους παρακάτω λόγους που κατά σειρά αφορούν την ίδια την ορθοδοξία, τον μοναχισμό και το στάτους της Ελληνικής Εκκλησίας στην ελληνική κοινωνία.

1) Η ορθοδοξία έχει το θλιβερό προνόμιο να επιμένει στην τυπολατρία, τουλάχιστον σε επίπεδο καθημερινής επαφής ιερέα-πιστού περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο παρακλάδι του χριστιανισμού. Κανείς δεν αμφισβητεί το γεγονός ότι η άκαμπτη αυστηρότητα που εισήγαγε κυρίως ο Παύλος στην χριστιανική πίστη έπαιξε τεράστιο ρόλο σε επίπεδο δογματικό, αλλά οι ορθόδοξοι είχαν την ευκαιρία τους, με την εικονομαχία, να απαλλαγούν από κάποια βαρίδια – ευκαιρία την οποία σπατάλησαν κατά τρόπο μάλλον αναπόφευκτο. Η επικράτηση των “συντηρητικών” έδωσε τη χαριστική βολή σε μία εκκλησία που έχει πλέον χάσει κάθε πνευματικότητα και αναλώνεται σε ανούσιους τύπους και ανακύκλωση συμπλεγμάτων  και μισαλλοδοξίας. Όταν, όμως, ο πιστός παύει να αναρωτιέται για την αλήθεια που του αποκαλύπτει ο Θεός του, την ηθική και το δίκαιο που διαβλέπει στα διδάγματα της πίστης του κοκ με κάτι πρέπει να ασχολείται σε αυτό το σημαντικό κομμάτι της ζωήςτου. Και αρχίζει να κάνει ό,τι και τα κόμματα που δεν έχουν τίποτα πραγματικά πολιτικό να συζητήσουν: επικεντρώνονται στα πρόσωπα και τα ιδρύματα, διορίζουν “αντιπροσώπους του Θεού στη γη”, “αγίους ανθρώπους” και μέσω αυτών καθησυχάζουν τις ενοχές τους που τους ψιθυρίζουν καθημερινά στο αυτί ότι έχουν απομακρυνθεί από το Θεό. Η δύναμη των ανθρώπων αυτών δε θα μπορούσε παρά να είναι τεράστια στα μάτια των οπαδών τους διότι – θυμηθείτε!- στο πρόσωπό τους τιμάται το θείο που έχουν αυτοί οι άνθρωποι χάσει κάθε ελπίδα να επαναπροσεγγίσουν. Ο Ευφραίμ, όπως ο κάθε Ευφραίμ, παίζει ακριβώς αυτό το ρόλο του διαμεσολαβητή με τον οποίο πρέπει να τα έχουμε πάντα καλά. Κι επειδή είτε μαζί του θα είμαστε είτε εναντίον του, προτιμούμε, πλήρεις ενοχών, να είμαστε μαζί του: δεν τα βάζεις με ανθρώπους του Θεού. Κι αν μαζεύουν πλούτη, κυκλοφορούν με ελικόπτερα κοκ; Κάποιοι δε θυμούνται καν τη διαδασκαλία και το βίο του ιδρυτή της θρησκείας – σήμερα οι πιστοί είναι σαν τους ψευτοδιανοούμενους που ασχολούνται με ό,τι πιο “ψαγμένο” και ποτέ με τα “βασικά”: διαβάζουν βίους αγίων, ξέρουν απ’ έξω όλα τα τροπάρια, αλλά αγνοούν τα περισσότερα από τα λόγια του Ιησού. Και όσοι τα θυμούνται κατά καιρούς έχουν πάντα την επιλογή να αναφωνήσουν “κάτι θα ξέρει ο πάτερ (sic)” ή “απ’ το να τα παίρνουν ο ένας κι ο άλλος, καλύτερα η εκκλησία”.

Read moreΥπέρ του ηγουμένου Εφραίμ

Υπέρ της επιχορήγησης της τέχνης

Κατόπιν της πρόσφατης κουβεντούλας που κάναμε εδώ στην αΜ/Συνιστολόγιο για την τέχνη με αφορμή κάποιες ιστοριούλες που θυμήθηκα, ένας φίλος μου ζήτησε, ενώ στεκόμασταν μπροστά σε έναν από τους πίνακες που παρέθεσα στις αναρτήσεις μου, να γράψω ένα κομμάτι που θα εξηγεί γιατί είμαι υπέρ της κρατικής επιχορήγησης της τέχνης. Γιατί, δηλαδή, θεωρώ θεμιτή τη χρηματοδότηση μουσείων, γκαλερί, θεάτρων και μουσικών σκηνών από το κοινό ταμείο όταν είναι προφανές ότι πολλοί αδιαφορούν για όλα αυτά και δεν τα επισκέπτονται ποτέ. Το επιχείρημα εναντίον της πολιτικής αυτής είναι πολύ δημοφιλές στις τάξεις των φιλελεύθερων “ουδετεριστών”, εκείνων δηλαδή που θεωρούν ότι το κράτος δεν πρέπει να προωθεί ή να αποθαρρύνει κανένα συγκεκριμένο πρότυπο καλής ζωής. Εν προκειμένω, η επιλογή να χρηματοδοτηθεί  η όπερα λχ και όχι τα μπουζούκια προκύπτει από τη θέση ότι η πρώτη είναι πιο πολύτιμη από τα δεύτερα και, άρα, είναι καλύτερο για κάποιον να πηγαίνει στην όπερα παρά στα μπουζούκια. Εκείνοι, λοιπόν, που προτιμούν τον Πλούταρχο αδικούνται διότι αφενός μεν οι επιλογές τους απαξιώνονται, αφετέρου δε οι πόροι κατανέμονται άνισα αφού αφιερώνονται στη ικανοποίηση των λίγων και όχι των πολλών. Διότι, φυσικά, είναι λίγοι εκείνοι που αγαπούν το θέατρο του παραλόγου και τον Πουτσίνι και πολλοί εκείνοι που τα βαριούνται θανάσιμα. Η συζήτηση είναι εκτενής και, σε ορισμένα σημεία της, ιδιαίτερα περίπλοκη και, συνεπώς, μόνο μία επιδερμική προσέγγιση είνα δυνατή στο πλαίσιο μίας τέτοιας ανάρτησης. Η θετική θέση μου είναι σύμφωνη με τη γενικότερη πολιτική μου θεωρία: δε βλέπω τίποτα το κακό στην μη-εξαναγκαστική προώθηση πολύτιμων επιλογών. Υπάρχει, όμως, μία πολιτική θεωρία που αυτό το αρνείται και θα προσπαθήσω να δείξω ότι, στην συγκεκριμένη περίπτωση, ακόμα και η άρνηση του λεγόμενου “φιλελεύθερου περφεξιονισμού” δεν αποκλείει τη κρατική χρηματοδότηση της τέχνης. Όσοι δεν προσυπογράφουν αυτή την άρνηση δε χρειάζεται να πεισθούν.

Δύο είναι οι δημοφιλέστερες θεωρίες πολιτικής ουδετερότητας. Η πρώτη αποδίδεται στο Νόζικ και απαγορεύει στο κράτος να αιτιολογεί τις ενέργειές του στη βάση της λογικής ότι κάποιος τρόπος ζωής είναι καλύτερος από κάποιον άλλο. Η δεύτερη ανήκει στο Ρωλς που επιμένει ότι βασικός στόχος της κυβέρνησης θα πρέπει να είναι η εξασφάλιση σε όλους τους πολίτες ίσων πιθανοτήτων να ζήσουν μία καλή ζωή όπως την αντιλαμβάνονται οι ίδιοι. Η τρίτη μεγάλη κατηγορία ουδετεριστών προσυπογράφει μία αρχή που συνοψίζεται χονδρικά στη φράση “καμμία ενέργεια του κράτους που καθιστά ευχερέστερη την απόλαυση ή επιλογή ενός τρόπου ζωής δεν είναι ανεκτή αν δεν αντισταθμίζεται με αντίστοιχες ενέργειες προς όφελος των υπολοίπων πολιτών που δεν επιλέγουν την συγκεκριμένη ζωή”. Θα ασχοληθώ κυρίως με τις δύο πρώτες θέσεις, καθώς θεωρώ ότι η τρίτη είναι καταφανέστατα προβληματική. Στο τέλος, όμως, η τοποθέτησή μου θα αφορά εξίσου όλες τις παραπάνω κατηγορίες πολιτικών ουδετεριστών.

Read moreΥπέρ της επιχορήγησης της τέχνης